Εχοντας διανύσει μεγάλη απόσταση μεταξύ του πιθανού “ίσως αν” και της απίθανης πραγματικότητας – ή μήπως το αντίθετο; – ο Μπιλάλ επιστρέφει με μια “μη δυνατή” ημερομηνία και ένα πέρασμα από το φανταστικό σε ένα υποθετικό γίγνεσθαι. Σε μια πραγματικότητα που βλέπει να υλοποιείται, με τα φανταστικά στοιχεία της προηγούμενης ιστο-ρίας, όπου το τέρας κοιμόταν, ή έτσι νομίζαμε – μέχρι που μια πιό “ζωντανή” ιστορία έρχεται να συνεχίσει εκεί ακριβώς που ο Νάικ “θυμόταν”.
Νεογέννητος ακόμα, εκεί που το αντίγραφο του για να θυμηθεί, πρέπει να θυμηθεί πρώτα το πρωτότυπο και οι συνωμοσίες είναι ακόμα πιό επώδυνες και ανελέητες, αφού ο Γουόρχοουλ επιστρέφει ακόμα πιό ευρηματικός και ενοχλητικός. Αλλά είναι ανίκητες οι συνομωσίες ;
Οι “συμβολικές” μύγες που μεταφέρουν τις εντολές του “συστήματος” στην προηγούμενη ιστορία, έχουν δώσει τη θέση τους σε βιονικά αντίγραφα, κλώνους ή κλωνισμένα μέλη. Ενώ η ιστορία αυτή τη φορά έχει πιό πυκνούς και από μικρότερη απόσταση διαλόγους. Το τέλος αναμένεται εντυπωσιακό αλλά το ίδιο ασαφές όσο και ένα σύνεφο γκρίζας σκόνης…
Στον “Υπνο του τέρατος” τα λέηζερ του οικουμενικού αυτού φανταστικού διηγήματος, καταστρέφουν το Crystal Building και τον Πύργο του Αιφελ. Είμαστε στον Σεπτέμβριο του 1998 όταν βγήκε το άλμπουμ. Τρια χρόνια αργό-τερα, δύο δίδυμοι πύργοι στο Μανχάτταν, λιώνουν κάτω από τις φλόγες, αληθινές αυτή τη φορά. Και δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε την ακρίβεια του βλέμματος του Μπιλάλ. Θαυμασμός ανακατεμένος με ρίγος καθώς οι κόσμοι του Μπιλάλ είναι τρομακτικοί, βίαιοι, σχισματικοί, κατοικημένοι από μαριονέτες και τύραννους, βυθισμένους σ’ένα τρομακτικό και καταθλιπτικό χάος. Επιστημο-νική φαντασία, πολύ απάνθρω-πη για να γίνει πιστευτή, θα λέγαμε πριν δυό χρόνια. Μας κατέχει η ανησυχία για το ποιά δεινά μπορεί να προφητεύσει το “32 Δεκέμβρη” το β’ μέρος της τριλογίας. Το βιβλίο σαν έκπληξη μιλάει για την αγάπη. Αλλά και για το διανοητικό χειρισμό,την κλωνοποίηση, την φθορά των σωμάτων, των ψυχών, των αντικειμένων και του πλανήτη. Οπως πάντα τα γηρατειά και ο θάνατος είναι παντού παρόντα και απειλητικά. Ξαναβρίσκουμε την Τοποθεσία του Αετού και το διαστημικό της μυστήριο, με τον Μπιλάλ να ξέρει καλά να χειρίζεται το σασπένς…και ετοιμάζει το τρίτο μέρος, ώστε το “32 Δεκέμβρη” να μιλά για την αγάπη, κάτι που είναι νέο. Φιλία, αν όχι τρυφερότητα, υπήρχε και στον “Υπνο του τέρατος” σε μια σχέση αγωνιώδη αλλά άφθαρτη, μεταξύ της Λέιλα, του Νάικ και του Αμίρ, των τριών ορφανών του Σαράγεβο. Μέσα σε πέντε χρόνια, που είναι το διάστημα που χρειάστηκε για ένα φιλμ και ένα άλμπουμ, η φιλία άλλαξε χαρακτήρα.
Το Σκοταδιστικό Τάγμα
Το Σκοταδιστικό Τάγμα επιστρέφει ξανά από τον κόσμο των νεκρών, με ακόμα πιό προσωπικά κίνητρα. Να είστε σίγουροι ότι θα προσπαθήσει να κάνει τη ζωή μαύρη, σε οποιονδήποτε του πάει κόντρα.
Οταν εμφανίσθηκε ο “Υπνος του τέρατος” το 1998, η νευρασθενική του άποψη για το μέλλον, δεν άφηνε περιθώρια για ελπίδα, ότι το έμβρυο που είχε δημιουργηθεί θα είχε το στοιχείο της αγάπης που θα συνένωνε τους ήρωες. Το “32 Δεκέμβρη” πηγαίνει πιό μακριά: η αγάπη σώζει τη Σάσα, τη Λέιλα, τον Αμιρ και τον Νάϊκ, σώζει, αν όχι και τον κόσμο τον ίδιο.
Ο Μπιλάλ αγαπά περισσότερο από τον καθένα την ομορφιά των ερειπίων, το σαρακοφα-γωμένο μπετό και τις πρησμένες σάρκες. Ο πρώτος τόμος ήταν σε γκρι, ώχρα, μπλε και κόκινο, χρώματα της σκόνης και του αίματος. Στο δεύτερο τόμο κυριαρχεί το πράσινο, μιας φρεσκάδας που ξαφνιάζει. Το “32 Δεκέμβρη” έχει ονομασθεί από μια ανύπαρκτη χειμωνιάτικη ημερομηνία. Περίεργο για ένα άλμπουμ που θυμίζει άνοιξη και ελπίδα.
ΘΥΜΑΣΑΙ;
Ο Ενκι Μπιλάλ υπόσχεται, πως δεν θα περιμένουμε και πολύ για να απολαύσουμε τη συνέχεια, προέβλεπε η γαλλική Le Journal du Matin τον Σεπτέμβριο του 1998, καθώς χαιρέτιζε τον Υπνο του Τέρατος. Αισιοδοξία συγκρατη-μένη καθώς το Nova Magazine υπενθύμιζε : “Ο Ενκι Μπιλάλ είναι κάτι το σπάνιο. Ας πούμε, οτι είναι συγκρατημένος για να μην αφήσει το κοινό του να χάσει το μέτρο”.Ενα κοινό που στο διάστημα των πέντε χρόνων που πέρασαν, δεν κουράστηκε. Λίγο ενδιέφερε, αφού η μόνη φράση που είχε σημασία ήταν ότι το “32 Δεκέμβρη”, θα είναι γεμάτο από αισθησιασμό, πόνο και προχωρημένη πολιτική οξυδέρκεια, όπως με ενθουσιασμό έγραφε η ελβετική 24 Heures, με την ευκαιρία του Υπνου του Τέρατος. Αλλά αντίθετα, μήπως όμως το κοινό θα μείνει μπερδεμένο, συγχυσμένο, σε σοκ όπως έγραφε η La Lanterne, μια από τις σπάνιες εφημερίδες που έκαναν αντίθετη κριτική στο έργο; “Το σενάριο φαίνεται να πολλαπλασιάζει τις λάθος διαδρομές, το στυλ είναι σαν εφφέ γραφής πιό πολύ, παρά σαν απόρροια του ταλέντου του συγγραφέα” οδύρεται από την άλλη πλευρά η Nord Eclair.”Αυτός ο πρώτος τόμος (του Μπιλάλ) είναι σίγουρα το άλμπουμ το πιο κατασταλαγμένο των τελευταί-ων ετών, δηλώνει η Technikart, παίρνοντας τη σκυτάλη από τη Nouvel Οbservateur, ενθουσιασμένη από τον “όμορφο εφιάλτη”. Η Express, με μια “φιλοδοξία που κερδίζει σε βάθος, άγχος και βία”, η Lire με την “τέχνη ανακατέματος των δολοπλοκιών, τα επίπεδα γνώμης, τα οποία θέλει να συγκλίνουν προς το τέλος της ιστορίας. Και η La Croix σημειώνει με λύπη: “δεν υπάρχει ούτε μια ουγκιά χιούμορ, έστω και μαύρου, σ΄αυτό το άλμπουμ, το οποίο βοηθά για να υπογραμιστούν οι στιγμές αβρότητας σε ένα σύμπαν ακραίας βίας.
Η αβρότης και επιπλέον η αγάπη είναι “αυτό που σε ανεβάζει στα άστρα”, για την Humanite. Για αυτή την αγάπη λοιπόν, η βελγική La Derniere Ηeure τοποθετείται πως : “για πρώτη φορά ο συγγραφέας αφέθηκε να μιλήσει ελεύθερα. Ο θώρακας που είχε κατασκευαστεί κάτω από τα γκρι-μπλε βαψίματα του πινέλου, ράγισε”. ποιός ξέρει; “Το ξύπνημα του Μπιλάλ είναι βίαιο” γράφει από τη μεριά της η Les Inrockuptibles. “Κάθε εικόνα είναι μια ζωγραφιά ζοφερού δηλητηρίου. Το άλμπουμ του Μπιλάλ ανήκει, περισσότερο από τα προηγού-μενα, σε ένα περιβάλλον τυφλό και αμνησιακό, ξεχαρβαλωμένο από τις βόμβες, λουσμένο σε θολό φως, κυριαρχούμενο από μια ολοκληρωτική αρχιτεκτονική, στην καρδιά της οποίας διασταυρώνονται εξόριστοι, απάτριδες και φυγάδες”, υπογραμμίζει με έμφαση το DS Magasine.Την ίδια στιγμή που το Paris Match, που φοβάται για μια “όψη πιό παγωμένη και τρομακτική για τις προσεχείς δεκαετίες”.Το Cosmopolitan υπενθυμίζει, το “τέρας που κοιμάται, το μίσος του άλλου, τον εθνικό και θρησκευτικό τρόμο”.
Στο Le Point ,ο συγγραφέας Marc Lambron μιλά για την δουλειά του Μπιλάλ, αυτού του “επιταχυντή των σύγχρονων μορίων”, δίνοντας την ακόλου-θη απάντηση: “Παλαιότερα το ονομάζαμε αυτό διαλεκτική. Εκεί, παραμένει ένα ρέκβιεμ για μια ρόδινη ελπίδα”. O Van Martin συνεισφέρει μια άλλη λιγότερο λογοτεχνική άποψη, που κάνει όλο τον κόσμο να συμφωνεί: “Είναι η αποκάλυψη μέσω της αγάπης, τελευταία ουτοπία πριν την μαύρη τρύπα”.Εξ’ άλλου ο Μπιλάλ, απαντώντας σε ερωτήσεις του Playboy, λέει κάτι διαφορετικό όταν προσθέτει ότι είμαστε άσχημα μπλοκαρισμένοι. Αλλά αυτό το λέει όχι γιατί είναι πεσιμιστής, αλλά οπτιμιστής που έχει καταλάβει; Είναι όμως αλήθεια,όπως το αναγνωρίζει η France Soir πως “η σημερινή πραγματικότητα τον δικαιώνει”. Το 2003 είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχθούμε ότι είμαστε περισσότερο μπλοκαρισμένοι από ποτέ. “Η μνήμη λοιπόν είναι χωρίς καμμία υπηρεσία;” Η ερώτηση που έθεσε η Liberation το 1998 είναι προφανώς τραγική.
Πηγή: “32 Decembre”, Les Humanoides Associes. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό μας Comicon τευχος 18.